εκεί που είναι τα πάντα τακτοποιημένα και κάθομαι λίγο να ξεκουραστώ και να κάμω τσιγαράκι ,
μπαίνει ο διάολος μέσα μου και μου την ανάβει .
- Τι ΄ναι τούτα δω τα σκιάχτρα ? μου λέει . Δεν είναι για σένα η λούφα , αγόρι μου . Πάλι πλαστογραφίες κάνεις ?
Και βροντάω τότε ένα ασιχτίρ και τα κάνω όλα κεραμιδαριό .
Ύστερα κάθομαι σταυροπόδι και γλείφω τις πληγές μου σαν το σκυλί . Δεν πειράζει , λέω . Πάμε γι΄ άλλα . Όπως και να 'χει το πράμα , ο Γιώργος γεννήθηκε με το βλέμμα καρφωμένο στο ξημέρωμα . Όρτσα τα πανιά λοιπόν .

Ένα μικρό ψαροκάικο είναι η ζωή μου . Ένα μικρό φθαρμένο ψαροκάικο που έχει σμαραγδιά φεγγάρια στο κατάρτι του κι έναν ξεσκούφωτο ήλιο αληταρά για τιμονιέρη . Ένα ψαροκάικο , δίχως ρότα .
- Πού πάμε καπετάνιο ? με ρωτάει ο τιμονιέρης και μου κλείνει το μάτι .
- Όπου πάνε τα κύματα ! λέω επίσημα εγώ .

Και τα σμαραγδιά φεγγάρια που είναι στο κατάρτι , σκάνε σαν ρόδια στην κουβέρτα .
Κι ο ξεσκούφωτος ήλιος ο αληταράς παρατάει το τιμόνι του και χορεύει . Και η νύχτα γεμίζει χιλιάδες ήλιους , αληταράδες . Και η ψυχή μου γεμίζει νύχτες πολύχρωμες . Γεμίζει σμαραγδένια φεγγάρια και θαλασσινά πουλιά . Πού να χωρέσουν μέσα μου ολ' αυτά , πού να στριμωχτούν , π΄ ανάθεμά τα ?
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου